βοτρυοστεφανος

βοτρυοστεφανος
    βοτρυοστέφανος
    βοτρυο-στέφᾰνος
    2
    увитый виноградными гроздьями Archytas ap. Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "βοτρυοστεφανος" в других словарях:

  • βοτρυοστέφανος — βοτρυοστέφανος, ον (Α) στεφανωμένος με σταφύλια …   Dictionary of Greek

  • βοτρυοστέφανον — βοτρυοστέφανος grape crowned masc/fem acc sg βοτρυοστέφανος grape crowned neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοτρυοστεφάνῳ — βοτρυοστέφανος grape crowned masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βοτρυοστεφής — ές ο βοτρυοστέφανος …   Dictionary of Greek

  • βότρυς — Το σταφύλι· το σύνολο των ρωγών του σταφυλιού μαζί με τον μίσχο που τις συγκρατεί· το τσαμπί. Στα χρόνια του Βυζαντίου, β. ονομαζόταν η πολυποίκιλτη στολή των βυζαντινών αυτοκρατόρων. (Βοτ.) Β. ονομάζεται ένας τύπος ανθοταξίας, δηλαδή διάταξης… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»